- ἡμιμέδιμνον
- ἡμιμέδιμνονhalfneut nom/voc/acc sgἡμιμέδιμνοςhalfmasc acc sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
ἡμιμεδίμνου — ἡμιμέδιμνον half neut gen sg ἡμιμέδιμνος half masc gen sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἡμιμεδίμνων — ἡμιμέδιμνον half neut gen pl ἡμιμέδιμνος half masc gen pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἡμιμέδιμνα — ἡμιμέδιμνον half neut nom/voc/acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ημιμέδιμνος — και ημιμέδιμνον ἡμιμέδιμνος και ἡμέδιμνος, ὁ και ἡμιμέδιμνον και ἡμέδιμνον, τὸ (Α) μέτρο χωρητικότητας που ισοδυναμεί με μισό μέδιμνο*, δηλαδή 22 περίπου κιλά. [ΕΤΥΜΟΛ. < ημι * + μέδιμνος] … Dictionary of Greek
Aeolic Greek — For the architectural style, see Aeolic order. Distribution of Greek dialects in the classical period.[1] Western group … Wikipedia
ἡμιμέδιμν' — ἡμιμέδιμνα , ἡμιμέδιμνον half neut nom/voc/acc pl ἡμιμέδιμνε , ἡμιμέδιμνος half masc voc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)